Η πανδημία του COVID-19 μείωσε δραστικά τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι περιορισμοί μετακίνησης που επιβλήθηκαν λόγω της πανδημίας του κορονοϊού οδήγησαν στην ελάττωση τόσο της νόμιμης όσο και της παράνομης μετανάστευσης.
Ωστόσο, οι αδυναμίες του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου που ανέδειξε η άφιξη σχεδόν ενός εκατομμυρίου αιτούντων άσυλο και προσφύγων στην Ευρώπη το 2015 παραμένουν. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επεξεργάζεται προτάσεις για τη δημιουργία μιας πιο δίκαιης και αποτελεσματικότερης πολιτικής ασύλου.
Παρακάτω θα βρείτε όλα τα στοιχεία σχετικά με τη προσφυγική κρίση στην Ευρώπη: ποια είναι η διαφορά μεταξύ αιτούντων άσυλο και προσφύγων, τι κάνει η ΕΕ για να διαχειριστεί την κατάσταση και ποιες είναι έως τώρα οι οικονομικές συνέπειες αυτής της κρίσης;
Ποια η διαφορά μεταξύ αιτούντων άσυλο και προσφύγων;
Αιτών άσυλο είναι ο πολίτης τρίτης χώρας ή ανιθαγενής που έχει υποβάλει αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας, στην οποία ζητά άσυλο ή επικουρική προστασία.
Πρόσφυγας είναι κάποιος που έχει εγκαταλείψει τη χώρα του εξαιτίας δικαιολογημένου φόβου διώξεως λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, κοινωνικής τάξης ή πολιτικών πεποιθήσεων δεν δύναται ή δεν επιθυμεί να απολαμβάνει την προστασία της χώρας αυτής, ή εξαιτίας φόβου διώξεως, να επιστρέψει σε αυτήν. Στην ΕΕ η οδηγία περί ελάχιστων προδιαγραφών θέτει τους όρους χορήγησης διεθνούς προστασίας σε όσους τη χρειάζονται.
Οι υπήκοοι τρίτων χωρών πρέπει να κάνουν αίτηση για προστασία στην πρώτη χώρα μέσω της οποίας εισήλθαν στην Ένωση. Κάνοντας την αίτηση αυτή μπορούν αυτόματα να γίνουν αιτούντες άσυλο. Οι τελευταίοι μπορούν να αναγνωριστουν ως πρόσφυγες ή να τύχουν άλλης διεθνούς προστασίας μόνο εφόσον δώσουν το πράσινο φως οι εθνικές αρχές του κράτους μέλους όπου εξετάστηκε η αίτησή τους.
Αναλυτικότερα:
europa.eu